Search This Blog

Monday, December 11, 2023

Στου Αχέροντα τις Όχθες

 Στου Αχέροντα τις Όχθες 


Στου Αχέροντα τις Όχθες 

να με πας ψυχή ,ταξίδι , γραπτό 

της μοίρας το 'χες


στου Αχέροντα τις Όχθες κάθεται σκυφτή

και κλαίει μιά κοπέλα

Οι άνεμοι χορεύουν 

στα μαύρα της μαλλιά

οι σκέψεις της ηλιαχτίδες ντυμένες καταχνιά

πετάει στη λίμνη πετραδάκια 

μα δε σαλεύουν τα νερά

Κάτι σαν να ψιθυρίζει 

καθώς μονολογεί

και το δάκρυ της 

ξαπλώνεται πάνω στη ξέρα γη

‘’αν είχε χώρο η μοναξιά 

να γενεί σκεπή για δυό

 δε θα 'τανε απέραντο 

του κόσμου το κενό’’ 

‘’δε θά'τανε απέραντο 

του κόσμου το κενό 

αν είχε χώρο η μοναξιά 

να γενεί σκεπή για δυό’’ 

καθότανε εκεί 

τυλιγμένη στις σιωπές της 

μέσα σε μια εσώτερη ιαχή 

ιερή σαν προσευχή

‘’μα αν είχε στόμα η σιωπή 

Θα είχε τόσα να σου πει’’

εκεί σε μέρη απόμερα σε μέρη σκοτεινά


κάθεται μονάχη ακόμη 

και κλαίει μια καρδιά ...

... γυρεύοντας στον Άδη 

Μια Ζεστή Αγκαλιά.


...αναζητώντας στον Άδη καταφύγιο

από Το Σκοτάδι 


Κώστας Παπακωνσταντίνου  

                                   6/4/2020 Αθηνα ,



Wednesday, January 18, 2023

k.p.Dark - Sleepless

Ενα παλιότερο τραγούδι μου σε live βιντεοσκοπημένη έκδοση
An older song of mine in a live video recording edition !

#kpdark #kostaspapakonstantinou

Saturday, December 10, 2022

Ο ερημιτης

Ο Ερημίτης


Το τηλέφωνο δε χτύπαγε για μήνες τώρα, του ρολογιού οι δείκτες, σκονισμένοι, ειχαν σταματήσει στο ίδιο παλιό σημείο, οι τοίχοι μαδημένοι, ξεφτισμένοι κατάλευκοι ντυμένοι στο χρώμα της τρέλας εγκλωβίζαν μέσα τους σκιές αλαφιασμένες, αναμνήσεις φαντάσματα μιας άλλης εποχής και στο βασίλειο των σκιών δέσποζε η σιωπή. Ένα κάδρο είχε γύρει ελαφρά διαγώνια προς το πάτωμα και στους διαδρόμους του σπιτιού τριγυρνούσε βαριανασαίνοντας η μοναξιά. Διάδρομοι μοναξιάς ξεχασμένοι απ’ τον ήλιο, κι ένα παλιό Juke box που παίζει όλο το ίδιο,ένας τσιριχτός εκκωφαντικός ήχος μόλις διατάραξε τη σιωπή ήταν το τελευταίο νυχτερινό τρένο των 12 που διερχόταν στις ράγες λίγο πέρα, έξω απ’ το σπίτι. Ήταν ο μόνος ήχος που εδώ και χρόνια ταξίδευε που και που στους άδειους διαδρόμους του σπιτιού και η τελευταία εναπομένουσα ένδειξη ζωής, από τον έξω κόσμο. Κάπου εκεί μες στα σκοτάδια τυλιγμένος κάτω από το αμυδρό φως μιας λάμπας γραφείου, σκυφτός, καθότανε κι εκείνος ακροβατώντας στις παρυφές της λογικής, διανύοντας διαστήματα στους νοερούς χάρτες του νου και συγγράφοντας ένα διήγημα φανταστικής μυθιστοριογραφίας τρόμου..και μυστηρίου. 


Χρόνια ολάκερα τώρα ζούσε μόνος ,αποκομμένος από τη κοινωνία , κατ’ επιλογή καθώς ο κρύος κόσμος δεν τον χωρούσε πιά.,Ήταν βλέπετε ευαίσθητος από φύσης του και κουβαλούσε μία πολύ εύθραυστη, ντελικάτη καρδιά μέσα στα στήθη. Η μοναδική του επιδίωξη ήταν να βρίσκει κάμποσο χρόνο με τον εαυτό του τον οποίον θα αφιέρωνε στην περισυλλογή σκέψεων και ιδεών προς ολοκλήρωση του συγγραφικού του έργου . 

Αυτό έκαμε κι εκείνη τη νυχτιά Παρασκευή και 13 μηνός Ιανουαρίου μες στη βαρυχειμωνιά .

Με μόνη έμπνευση το φεγγάρι και ένα ποτήρι παλιό ουίσκι για συντροφιά .

Ήταν Μεσάνυχτα .

Το χιόνι έπεφτε παχύ έξω και σκέπαζε με το λευκό του πέπλο το τοπίο .

Τα φύλλα απ’ τα κλαριά θροιζαν. 

Ένα κοράκι έκραξε

Κι ο άνεμος βούιξε έξω απ΄το παράθυρο του .

‘’Χάνω τα λογικά μου?’’ σκέφτηκε προς στιγμήν . 

‘’Η μήπως η απουσία με έχει γεμίσει σε τέτοιο βαθμό ώστε να αισθάνομαι κάποια ξένη παρουσία κάπου εδώ τριγύρω μου , διάχυτη ολόγυρα μου ?’’

‘’Εν πάση περιπτώσει’’ μονολόγησε και συνέχισε να συγγράφει…

Τα παραθυρόφυλλα κροτάλιζαν 

Καθώς ο άνεμος σφύριζε 

Σαν να ήθελε κάτι να του πει.

Μα όλες οι λέξεις συνοψίζαν σε σιωπή .

Η νύχτα είχε πέσει παχιά, πλατιά έξω και το μελανό της πέπλο απλωνόταν πέρα μέχρι τα βουνά.

Σκοτάδι παντού…

Ποιός τρελός θα μπορούσε να κάθεται ξάγρυπνος μεσα στη παγωμένη νύχτα ,ώρες ολόκληρες να πλέκει ιστορίες για δαίμονες και αγγέλους με το νού του και να περιπλέκει τα πράγματα πιο πολύ από ότι είναι ήδη πολύπλοκα,κάτω από το φως των αστεριών…

Για εκείνον ήταν απλά ένα παιχνίδι μηχανικό που συνέβαινε αυθόρμητα,φυσικά όπως η πρώτη φθινοπωρινή βροχή δίχως πίεση και βιάση ένα παιχνίδι του μυαλού δίχως τελειωμό και ίσως και δίχως γυρισμό …

“Κουράστηκα να γράφω,θα κάνω ένα διάλειμμα“ είπε και άναψε ένα τσιγάρο από εκείνα τα σέρτικα, βαριά τα αμερικάνικα τα Winston. ‘Ηπιε 2-3 γουλιές απ’ το σκωτσέζικο ουίσκι του και ρέμβασε έξω από το παράθυρο του το αδάμαστο σκοτάδι. 

Τα σημάδια του χρόνου είχαν αφήσει αισθητά το στίγμα τους πάνω στο πρόσωπο του ,τα χέρια του ρυτιδιασμένα κι αυτά , με τα μακριά τους δάχτυλα ,τρεμόπαιζαν σχηματίζοντας σκιές στο τοίχο , σκιές που ζωγράφιζε η λάμπα, αναμιγνύοντας το φως της με το σκοτάδι .

Τα μαλλιά του ήταν άφθονα και κάτασπρα σαν χιόνι μεστό, μα τα φρύδια του στεκόντουσαν πάνω απ’τα μάτια του κατάμαυρα, κορακίσια …μαύρα σαν το σκοτάδι που χυνότανε παντού ολόγυρα, ήταν και τα μάτια του ,τα οποία ήταν μεγάλα και εκφραστικά σαν εκείνα των Εβραίων του ολοκαυτώματος στον 2ο παγκόσμιο πόλεμο.,

τα μάτια του εξέπεμπαν ένα πρωτόγνωρο απαύγασμα σαν πυλώνες φωτεινοί της απανταχού σοφίας . 

Η επιδερμίδα του ήταν κατάλευκη , ωχρή και πελιδνή . Και του άρεσε να φοράει πάντα μαύρα.

Γιατί αυτό το χρώμα του θύμιζε την αρχή και το τέλος των πάντων , το ρου της ζωής , τη φυσική εξέλιξη των πραγμάτων ,το γεγονός του ότι όλα ξεκινάνε από το μηδέν και όλα προς τα εκεί οδεύουνε εν τέλει .Δεν είναι τυχαίο άλλωστε πως το μαύρο αποτελεί το αγαπημένο χρώμα των μηδενιστών και των υπαρξιστών .

 

 


Απόσπασμα από το διήγημα "Ο Ερημίτης" του Κώστα Παπακωνσταντίνου


Αθήνα 10/12/2022


#kpdark #kostaspapakonstantinou

Tuesday, March 15, 2022

                                                         


ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ


Πες πως κάποτε συναντηθήκαμε σε κάποιο όνειρο,κάπου μακριά ,πέρα από τ’ αστέρια,

Πετάγαμε στα σύννεφα κι εσύ κι εγώ

Στο απέραντο γαλάζιο ενός καθαρού ουρανού

Πες πως είναι ένα πελώριο ψέμα αυτή η μάταιη ζωή που μας μαστίζει 

Και πως τώρα μπορει να είμαστε βουτηγμένοι στο σκοτάδι 

Ομως ρόδα είναι και γυρίζει 

Όσο κι αν λυσομανανε οι καταιγίδες 

Τίποτα δεν μας λυγίζει 

Και στο τέλος αυτού του δρόμου 

Άνοιξη αιώνια μυροβλίζει .



Κώστας Παπακωνσταντίνου Μοσχάτο 12/3/2021


Wednesday, December 1, 2021

Οι νυχτες της ατερμωνης σιωπης


Οι νυχτες της ατερμωνης σιωπης

Τα κάγκελα του νού είναι σκιές πάνω σε τοίχους,λουλούδια μαραμένα που δεν νιώσανε στοργή,τραγούδια ξεχασμένα που βαριέσαι πια να πεις,άνθρωποι-σκιές εγκλωβισμένες που κλαιν’ πίσω από τοίχους μοναξιάς,άνθρωποι κινητές φυλακές που τρέχουν μέσα τους διαρκώς,ματώνουν με μανία,....δακρύζουν κάθε νύχτα…

κορνίζες ξεχασμένης εποχής,σκονισμένες αναμνήσεις στο καθρέφτη της ψυχής,εικόνες μουδιασμένες μες στης σκέψης τη ριπή,Σκιές (Λιποτάκτες)που αποστατήσανε λεηλάτες της αυγής,πόρτες κλειστές που οδηγούν σε αχαρτογράφητα λιμάνια,του παραδείσου τα λημέρια που δεν άγγιξες ποτέ,το κενό σου που ερωτεύτηκες και δε λες από μέσα του πια να βγείς ,όσο κι αν δίψαγες πολύ!! να πλάσεις μια κραυγή που να πληγώνει τη σιωπή,κοντοστέκεσαι αμίλητος κι ατενίζεις/αντέχεις το κενό ..

τα κάγκελα του νου ειναι ,σημαίες ξεφτισμένες απ’ του αγέρα την ορμή ανάσες αγωνίας που πλαγιάσαν στις όχθες κάποιας νύχτας ,

νύχτες αιώνιες ,στεγνές που δεν τις άγγιξε βροχή,

Οι νύχτες της αιώνιας σιωπής

Τα κάγκελα του νου θαμπώνουν.

και γκεμιζοντ’ ουρανοί,

κι απ την άκρη του ουρανού,κραυγή θριάμβου αντηχεί 

πουλιά πετάνε μακριά ,ταξιδεύουν στη βροχή

Γίνονται ένα με τον Ηλιο δονείται ολάκερη η γή

σχίζουνε με τα φτερά τους τους αιθέρες οι αετοί,

τα κάγκελα ραγίζουν γκρεμιζοντ’ ουρανοί

κι όταν όλο αυτό θα είναι πλέον στάχτες που τις σκόρπισε ο αέρας 

οι γκρεμοτσακισμένες φυλακές τους, θα κείτονται εκεί κατάχαμα ανέκφραστες ,έρημες,κενές ...έτσι απλά να σου θυμίζουν...πως(έτσι)ήταν κάποτε...

Τα πύρινα κελιά για τους δεσμώτες της σιωπής 

By Κώστας Παπακωνσταντίνου 

31 δεκεμβριου 2018 αθηνα



Το σημάδι της γάτας


 Το σημάδι της γάτας 


Διαβάζω τις σιωπές 
Μέσα απ των ματιών σου τις ερήμους 

Δύο ήλιοι καρφωμένοι στα μαλλιά σου. 

Σαρκοβοροι άγγελοι που ψέλνουν ύμνους στ' όνομα σου 

Πίσω απ το φεγγάρι κρύβεσαι 

Και βγαίνεις μονάχα όταν νυχτώνει. 

Φως παγερό η ανάσα σου. 

Το μυαλό μου το θολώνει. 

Κάποτε ήσουν όνειρο ζεστό, 

Περιπλανιοσουν στους χειμώνες 

Τώρα με το φαρμάκι σου πλέκεις πολύχρωμες ανεμώνες 

Που τις χαρίζεις στους περαστικούς 

Και ψιθυρίζεις στ' αυτί τους τ' όνομα σου

Να σε θυμούνται κάποτε όταν 

Μακριά σου το φως τους θα αργοσβηνει. 

Το χάραγμα της γάτας 

Σημάδι στα όνειρα μας 

Σημάδι στη ζωή μας 

Εργοχηρο και σκάλισμα 

Στην ίδια τη καρδιά μας 

Να μου θυμίζει τη γεύση των χειλιών σου 

Όταν θα σαι πια μακριά… 

21/5/2021

Κώστας Παπακωνσταντίνου 



Saturday, December 26, 2020

Η ΓΚΑΡΣΟΝΙΕΡΑ


 Στη παλιά τη γειτονιά, το χιόνι πέφτει πυκνό, βιαστικές σκιές ξεγλιστράνε στα σοκάκια, κάτω απ' το γυμνό φως του φεγγαριού, κι εγώ μες στη γκαρσονιέρα μου σκυφτός, αναπολώ ξεθωριασμένα καλοκαίρια, αναμνήσεις σκονισμένες μες στης μνήμης το σεντούκι, εικόνες μουδιασμένες μες στο πέρασμα του χρόνου κι εκεί κάπου αναρωτιέμαι ποιός να 'ναι άρα ο προορισμός μου, που πάει αυτό το πλοίο που λέγεται ζωή είναι λόγου άξιο κάνεις να απορεί. Ποιος να κρατάει άραγε της ζωής μας το τιμόνι, πως φεύγουνε τα χρόνια μας και μένουμε μόνοι. 


Κώστας Παπακωνσταντίνου 26/12/2020 Αθήνα στάδιο ειρήνης και φιλίας. 

Στου Αχέροντα τις Όχθες

  Στου Αχέροντα τις Όχθες  Στου Αχέροντα τις Όχθες  να με πας ψυχή ,ταξίδι , γραπτό  της μοίρας το 'χες στου Αχέροντα τις Όχθες κάθεται ...